- Πληροφοριακά Στοιχεία
- Δημοσιεύθηκε : 13 Ιούνιος 2016
Η μεταβατική περίοδος στο ποδόσφαιρο είναι εξίσου σημαντική με τις άλλες και πρέπει ο ποδοσφαιριστής να εκτελεί στο έπακρο τις εντολές του προπονητή. Αρκεί να μάθει κανείς ότι ένας μήνας απραξίας φτάνει για να χάσει ο ποδοσφαιριστής ότι απέκτησε όλη την χρονιά με πολύ κόπο στην προπόνηση, για να καταλάβει το πόσο σημαντική είναι η προπόνηση στην Μεταβατική περίοδο.
Η ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ δύσκολα κερδίζεται και εύκολα χάνεται.
1η περίοδος
Αερόβια ικανότητα με συνεχές τρέξιμο 20-40 λεπτά, επί 3 φορές την εβδομάδα. Το τρέξιμο πρέπει να γίνεται με χαμηλούς καρδιακούς παλμούς (120-140).
Γενική δύναμη: 2 προπονήσεις την εβδομάδα με βάρη ( 40% της μέγιστης δύναμης - 2 σετ των 20 επαν.) ασκήσεις για όλες τις μυικές ομάδες (στήθος-πλάτη-ώμοι-χέρια-πόδια-κοιλιακοί-ραχιαίοι)
2η περίοδος
Διατήρηση αερόβιας ικανότητας: τρέξιμο 30 λεπτά 2-3 φορές την εβδομάδα χαμηλή ένταση (120-140)
Ενασχόληση με καλοκαιρινά σπορ (μπιτς βόλεϊ, ρακέτες, ποδόσφαιρο στην άμμο), 5 Χ 5 σε παιγνιώδη μορφή, ποδοβόλεϊ κ.τ.λ. Συχνότητα παιχνιδιών 1-2 φορές την εβδομάδα.
3η περίοδος
Αύξηση αερόβιας ικανότητας: 3 Χ 10λεπτα τρέξιμο με 130-150 καρδιακούς παλμούς, 3 φορές την εβδομάδα.
Αύξηση γενικής δύναμης: βάρη 3 φορές την εβδομάδα. 4 σετ των 12 επαν. Με το 75% της μέγιστης δύναμης ασκήσεις για όλες τις μυϊκές ομάδες (στήθος-πλάτη-ώμοι-χέρια-πόδια-κοιλιακοί-ραχιαίοι)
* ΑΠΟΦΥΓΕΤΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΑΛΚΟΟΛ*
Αερόβια ικανότητα
Την ικανότητα του οργανισμού να καταναλώνει τη μέγιστη δυνατή ποσότητα οξυγόνου στο λεπτό για να παράγει ενέργεια, την ονομάζουμε αερόβια ικανότητα. Η αερόβια ικανότητα είναι ο πιο σπουδαίος δείκτης της φυσικής κατάστασης και της λειτουργικής προσαρμοστικότητας ολόκληρου του οργανισμού.
Όλοι όμως οι οργανισμοί δεν έχουν την ίδια ευκολία να μεταφέρουν οξυγόνο από την ατμόσφαιρα στους ιστούς και να το καταναλώνουν για την παραγωγή μυϊκής ενέργειας κατά την μέγιστη προσπάθεια.
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η διαφορά του γυμνασμένου και του αγύμναστου οργανισμού. Ο σωστά γυμνασμένος μπορεί να καταναλώσει περισσότερο οξυγόνο από τον αγύμναστο κατά την έντονη σωματική προσπάθεια.
Ο γυμνασμένος δηλαδή, έχει μεγαλύτερη αεροβίωση από τον αγύμναστο. Η αερόβια ικανότητα είναι συνώνυμη της Βιολογικής αξίας ενός ατόμου. Όσο πιο μεγάλη είναι η αερόβια ικανότητα ενός ατόμου τόσο μεγαλύτερη είναι η βιολογική του αξία.
Ένα άτομο με μεγάλη αερόβια ικανότητα έχει μεγάλη αντοχή και ενεργητικότητα.
Βιολογικό Ξανάνιωμα
Από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την αερόβια ικανότητα είναι το φύλλο, η ηλικία και η σωματική άσκηση.
Οι γυναίκες έχουν 25 με 30% χαμηλότερη ικανότητα από τους άντρες. Είναι χαρακτηριστικό πως η αερόβια ικανότητα ενός 60χρόνου είναι ίδια με την αερόβια ικανότητα μιας 20χρόνης νέας, δηλαδή 2.5 περίπου λίτρα το λεπτό.
Η αερόβια ικανότητα αυξάνει προοδευτικά και φθάνει στο κορύφωμά της τα τελευταία χρόνια της εφηβικής ηλικίας, οπότε ο οργανισμός βρίσκεται στην πλήρη ωριμότητά του. Ύστερα αρχίζει μία περίοδος σταδιακής παρακμής, όπου η αερόβια ικανότητα μειώνεται με ρυθμό 1% το χρόνο.
Έτσι η αερόβια ικανότητα ενός άντρα 75 χρονών είναι περίπου η μισή εκείνης που είχε όταν ήταν 25 χρόνων. Μειώνεται δηλαδή στο διάστημα του μισού αιώνα, από 3 λίτρα το λεπτό σε 1.5 λίτρο. Η αντίστοιχη μείωση στην γυναίκα είναι από 2 σε 1 λίτρο.
Η παρακμή της αερόβιας ικανότητας μετά τα 20 με 30 χρόνια οφείλεται στην βαθμιαία εκφύλιση και φθορά διαφόρων λειτουργιών που σχετίζονται με την μεταφορά οξυγόνου στον οργανισμό. Για παράδειγμα η μέγιστη καρδιακή συχνότητα που είναι 200 παλμοί το λεπτό στα 20 χρόνια, πέφτει στους 150 στα 70 χρόνια.
Συστηματικές πειραματικές εργασίες έχουν δείξει πως η άθληση αντισταθμίζει τη μείωση της αερόβιας ικανότητας που επέρχεται με την ηλικία. Έχει παρατηρηθεί για παράδειγμα πως ένας 50χρόνος που γυμνάζεται έχει κατά μέσο όρο την αερόβια ικανότητα ενός 40χρόνου ή και 35χρόνου που δεν γυμνάζεται.
Με άλλα λόγια η αερόβια άσκηση οδηγεί σε ένα βιολογικό ξανάνιωμα 10 με 15 χρόνια. Ακόμα έχει παρατηρηθεί πως μερικοί 70χρόνοι που ποτέ δεν σταμάτησαν να γυμνάζονται, είναι νεώτεροι, με κριτήριο πάντα την αερόβια ικανότητα από πολλούς αγύμναστους 20χρόνους.
Η ακινησία φθείρει
Η αερόβια ικανότητα φθίνει με την ακινησία και ακμάζει με την αερόβια άσκηση. Μία προσπάθεια που να προκαλεί μια καρδιακή συχνότητα τουλάχιστον 130 χτύπους το λεπτό, να διαρκεί όχι λιγότερο από 20 λεπτά την κάθε φορά και να γίνεται τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα, βελτιώνει σταθερά την αερόβια ικανότητα.
Ένα τέτοιο γυμναστικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει φυσικές δραστηριότητες που επιβαρύνουν το σύστημα μεταφοράς και κατανάλωσης οξυγόνου και βελτιώνουν την αερόβια ικανότητα.
Τέτοιες αερόβιες δραστηριότητες είναι όπως αναφέραμε παραπάνω, το τρέξιμο, το κολύμπι, η ποδηλασία, η πεζοπορία, το ποδόσφαιρο, η καλαθοσφαίριση κ.α. Πρέπει να σημειωθεί πως αθλήματα όπως η πετοσφαίριση, η αντισφαίριση και το γκολφ έχουν μηδαμινή επίδραση στην αερόβια ικανότητα ενώ η Σουηδική γυμναστική και η άρση βαρών δεν έχουν καμία επίδραση, μολονότι συμβάλλουν στην βελτίωση άλλων ικανοτήτων όπως είναι η ευκινησία και η μυϊκή δύναμη.
Είναι τεκμηριωμένο πως αν κάποιος που γυμνάζεται σταματήσει την άσκηση, τότε παρατηρείται αισθητή μείωση της αερόβιας ικανότητας του τις πρώτες δύο εβδομάδες της ακινησίας ενώ σε 4 εβδομάδες χάνονται τα 50% της ωφέλειας και σε 8 εβδομάδες η αερόβια ικανότητα επανέρχεται στο αρχικό επίπεδο που βρισκόταν πριν από την άσκηση.
Έτσι γίνεται φανερό πως δεν μπορεί να γίνει αποταμίευση των ευεργετικών επιδράσεων της άσκησης για μελλοντική χρήση. Η άσκηση επιβάλλεται να γίνει μια καθημερινή ισόβια συνήθεια, να γίνει τρόπος ζωής.
Η γυμνασμένη καρδιά
Η βελτίωση της αερόβιας ικανότητας συνδέεται με αντίστοιχες προσαρμογές στην καρδιά. Η καρδιά που έχει μέγεθος μιας γροθιάς είναι η μεγαλειώδης μυϊκή αντλία που προωθεί σε ολόκληρο το σώμα, το ζωογόνο οξυγόνο.
Η αντλία που εργάζεται μέρα – νύχτα χωρίς σταματημό. Στην κατάσταση ηρεμίας πάλλει με συχνότητα γύρω στους 70 παλμούς το λεπτό και εξωθεί πάνω από 300 λίτρα αίμα την ώρα με αρκετή δύναμη ώστε να το προωθεί στα αιμοφόρα αγγεία του σώματος που έχουν συνολικό μήκος κοντά, 100.000 χιλιόμετρα.
Η αερόβια άσκηση ευεργετεί την καρδιά με δύο τρόπους. Από τη μια πλευρά δυναμώνει το μυοκάρδιο και πλουτίζει το δίκτυο της αιμάτωσής του και από την άλλη, επιβραδύνει τη συχνότητα των χτύπων της προκαλώντας βραδυκαρδία.
Μία φυσιολογική αλλά αγύμναστη καρδιά είναι σχετικά μικρή και αδύνατη γιατί, όπως κάθε μυς όταν δεν γυμνάζεται ατροφεί και εκφυλίζεται, έτσι και το μυοκάρδιο. Η αθλητική καρδιά τώρα έχει κι αυτή μεγάλο όγκο που δεν οφείλεται όμως σε παθολογικά αίτια, αλλά στην επίδραση της άσκησης.
Ο όγκος της μπορεί να φτάσει τα 1.200 κυβικά εκατοστά σε σύγκριση με τους αγύμναστους που κυμαίνεται στα 700 κυβικά εκατοστά.
Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τη γυμνασμένη καρδιά είναι η μεγάλη συσταλτική της δύναμη, που την κάνει ικανή να στέλνει περισσότερο αίμα στους ιστούς σε κάθε παλμό της. Ο όγκος παλμού της γυμνασμένης καρδιάς μπορεί να είναι τριπλάσιος από της αγύμναστης.
Επειδή η γυμνασμένη καρδιά μπορεί και διοχετεύει περισσότερο αίμα σε κάθε της παλμό, χτυπάει με μικρότερη συχνότητα, αναπτύσσει δηλαδή όπως λέμε βραδυκαρδία.
Η καρδιακή συχνότητα ενός δρομέα αντοχής στην κατάσταση σωματικής ηρεμίας είναι κάτω από 50 χτύπους το λεπτό και σε μερικές περιπτώσεις φθάνει την ελάχιστη τιμή των 30 χτύπων.
Σε ένα μέτριο γυμνασμένο άτομο η καρδιακή συχνότητα είναι γύρω σους 65 χτύπους ενώ σε ένα αγύμναστο που κάνει καθιστική ζωή ξεπερνάει τους 75. Η διαφορά μεταξύ των δύο είναι 10 χτύποι το λεπτό.
Έτσι υπολογίζουμε πως η καρδιά του μέτρια γυμνασμένου ατόμου γλιτώνει την ημέρα 15.000 χτύπους, το μήνα μισό εκατομμύριο και το χρόνο περίπου έξι εκατομμύρια χτύπους. Αυτή η οικονομία παλμών αντιστοιχεί σε 48 μέρες ανάπαυσης το χρόνο.
Αξίζει να σημειώσουμε πως οικονομία παλμών σημαίνει ακόμα και λιγότερο έργο για την καρδιά. Έχουμε υπολογίσει πως μια αγύμναστη καρδιά παράγει στην κατάσταση ηρεμίας 9.000 χιλιογραμμόμετρα το 24ωρο, που είναι σαν να σηκώνει βάρος ενός τόνου σε ύψος 9 μέτρων.
Μία καλά γυμνασμένη όμως καρδιά κάνει έργο 6.000 χιλιογραμμόμετρων το 24ωρο που ισοδυναμεί με την ανύψωση βάρους ενός τόνου σε ύψος μόνο 6 μέτρων.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό πως η καρδιακή συχνότητα στην ηρεμία, μπορεί να χρησιμεύσει και σαν δείκτης της φυσικής κατάστασης του ατόμου. Η φυσιολογική συχνότητα είναι γύρω στους 70 παλμούς.
Όσο μικρότερη είναι η συχνότητα από τους 70 παλμούς τόσο καλύτερη είναι η φυσική κατάσταση του ατόμου και αντίθετα όσο μεγαλύτερη, τόσο χειρότερη.